Καθώς η συμμετοχή του οικογενειακού περιβάλλοντος είναι μεγάλη όσο και στη θετική, όσο και στην αρνητική εξέλιξη των προβλημάτων του παιδιού στην ψυχοθεραπεία του παιδιού πρέπει να δοθεί αναγκαστικά θέση στους γονείς.
Ανάμεσα στους στόχους της κλινικής εργασίας με τους γονείς είναι η τροποποίηση ορισμένων πρακτικών του οικογενειακού περιβάλλοντος, η εξομάλυνση συγκρούσεων γονέων-παιδιού, η κατανόηση τυχόν διαταραγμένης σχέσης του ζευγαριού που επηρεάζει το παιδί και η συζήτηση οιασδήποτε συγκρουσιακής κατάστασης με τρόπο που θα βοηθήσει τους γονείς να καταλάβουν καλύτερα το παιδί.
Υπάρχουν ποικίλοι βαθμοί γονικής εμπλοκής στην ψυχοθεραπεία του παιδιού. Για παράδειγμα, στα βρέφη ή στα παιδιά προσχολικής ηλικίας η θεραπεία μπορεί να απευθύνεται αποκλειστικά στους γονείς τους.
Στα μεγαλύτερα παιδιά είναι απαραίτητο να συζητηθεί το θέμα της εμπιστευτικότητας, ώστε να μπορέσει να εγκατασταθεί μία ασφαλής θεραπευτική σχέση. Θα πρέπει ο θεραπευτής να εξασφαλίσει τη συνεργασία των γονέων για τον ιδιωτικό χαρακτήρα των συνεδριών.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτεί η σχέση με τους γονείς του εφήβου. Ο έφηβος θα πρέπει να έχει εμπιστοσύνη στον θεραπευτή και να μην φοβάται ότι τυχόν «μυστικά» του θα ανακοινωθούν στους γονείς. Ο θεραπευτής μπορεί να τους συναντά, αλλά κρατάει αυστηρά εμπιστευτικά όσα έχει πει ο έφηβος.
Στοχεύει στην υποστήριξή των γονέων με στόχο την αναγνώριση, αποδοχή και διαχείριση των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το παιδί τους σε διάφορους τομείς, όπως η συμπεριφορά, η συναισθηματική του κατάσταση, καθώς και η κοινωνική του προσαρμογή. Ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε περίπτωσης, η συμβουλευτική μπορεί να έχει περισσότερο καθοδηγητικό, υποστηρικτικό ή διευκολυντικό χαρακτήρα.
Η συμβουλευτική διαδικασία ξεκινά με την αναγνώριση των συγκεκριμένων αναγκών των γονέων και του παιδιού, καθώς και επεξεργασία των τρόπων αντιμετώπισή τους. Στα αρχικά στάδια, οι γονείς μπορεί να χρειαστούν υποστήριξη για να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους σχετικά με τις δυσκολίες του παιδιού τους, αλλά και καθοδήγηση ως προς το πώς μπορούν να κατανοήσουν τις δυσκολίες που παρουσιάζει.
Γενικά οι γονείς ενθαρρύνονται να εκφράσουν και να εξετάσουν τα συναισθήματά τους προς το παιδί, ενώ ταυτόχρονα βοηθιούνται στο να κατανοήσουν και να αποδεχθούν τα συναισθήματα και τις ανάγκες του. Ταυτόχρονα εξετάζονται πρακτικά θέματα της καθημερινής συμβίωσης και παρέχεται πρακτική βοήθεια στους γονείς, προκειμένου να διδάξουν στο παιδί νέες δεξιότητες και να διαχειριστούν αποτελεσματικά τυχόν προβληματικές συμπεριφορές.
Η συμβουλευτική γονέων βασίζεται στην αντίληψη ότι η συνειδητοποίηση των συναισθημάτων και η επίγνωση του προβλήματος μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της σχέσης γονέα-παιδιού και να διευκολύνει την θεραπευτική διαδικασία.